Ιπποτικό Κάστρο Εμπορειού

Βαθμολογία Χρηστών:
Βαθμολογία Google:

Περιγραφή

Στη βορειοανατολική πλευρά της Νισύρου, 8 χιλιόμετρα από το Μανδράκι, βρίσκεται ο γραφικός ημιορεινός οικισμός του Εμπορειού. Χτισμένος σε υψόμετρο 330 μ.περίπου,στο χείλος της καλδέρας του ηφαιστείου παρέχει εκπληκτική θέα στον εντυπωσιακό κρατήρα του. Με θέση που του εξασφάλιζε τον έλεγχο της εύφορης κοιλάδας του Λακκιού στα νοτιοδυτικά, και της πολυσύχναστης θαλάσσιας διέλευσης από τις Κυκλάδες προς τη μικρασιατική Κνίδο, στα βόρεια, ενώ το ίδιο το χωριόπαρέμενε αθέατο από τη θάλασσα, υπήρξε ένα ασφαλές καταφύγιο, ιδιαίτερα την εποχή της πειρατείας.
Στο ψηλότερο σημείο του οικισμού, προσβάσιμο από την κεντρική πλατεία μέσω ανηφορικού καλντεριμιού, υψώνεται το κάστρο του Εμπορειού, γνωστό και ως κάστρο της Παντονίκης, ονομασία που περιγράφει τη σθεναρή αντίσταση του οχυρού απέναντι στις εχθρικές επιδρομές. Οικοδομήθηκε στη θέση παλαιότερου βυζαντινού φρουρίου, από τους Ιππότες του τάγματος του Αγίου Ιωάννη πουκατείχαν τη Νίσυρο την περίοδο 1314-1522. Ακριβή χρονολογικά στοιχεία για την κατασκευή του δεν διαθέτουμε, φαίνεται όμως ότι ξεκίνησε λίγο μετά την έλευση των Ιπποτών στη Νίσυρο και ολοκληρώθηκε μέσα στον 14ο αιώνα. Πάντως, το 1394, ο Ιταλός περιηγητής Nicolo de Martoni αναφέρει το κάστρο της Παντονίκης ως ένα εκ των τριών της Νισύρου, ενώ το 1420, ο Φλωρεντίνος μοναχός CristoforoB uondelmonti επιβεβαιώνει την ύπαρξη του, κατονομάζοντάς το ανάμεσα στους τέσσερις ακόμη οχυρωμένους οικισμούς του νησιού.
Περιμετρικά του κάστρου αναπτύχθηκε σταδιακά ο οικισμός του Εμπορειού, με διάταξη που ενίσχυσε τα αμυντικά χαρακτηριστικά του οχυρωμένου τμήματος. Οι παρεμβάσεις στη μορφή του λόγω της συνεχούς κατοίκησης διαμόρφωσαν την εικόνα που φωτογράφισε γύρω στο 1900 ο Ιταλός αρχαιολόγος GiuseppeGerola. Ο καταστροφικός σεισμός του 1933 έπληξε τον Εμπορειό περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη περιοχή της Νισύρου, καταστρέφοντας τα περισσότερα σπίτια της επάνω μεριάς. Πολλοί κάτοικοι αναγκάστηκαν να μετοικήσουν εντός και εκτός Νισύρου, με αποτέλεσμα το χωριό να ερημωθεί σε μεγάλο βαθμό. Μετά τον σεισμό, οι ιταλικές κατοχικές αρχές κατεδάφισαν το μεγαλύτερο τμήμα των τειχών του κάστρου που είχαν υποστεί σοβαρές ζημιές.
Στο δίτομο έργο του για τα Δωδεκάνησα, ο Gerola παραλληλίζει την οχυρωματική διάταξη του κάστρου του Εμπορειού, με τείχος και περιμετρικά κτίσματα, με αυτήν της Αστυπάλαιας. Σύμφωνα με τον ίδιο, το νισυριακό κάστρο διέθετε όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που τεκμηριώνουν έναν τυπικό οχυρωμένο οικισμό, αποτελούμενο από μια σφιχτοδεμένη ακολουθία περιμετρικών κτισμάτων. Οι ψηλές, στενομέτωπες οικίες, κτισμένες σε επαφή μεταξύ τους αλλά και με το τείχος, σχημάτιζαν τον οχυρωματικό περίβολο. Τα κτίσματα είχαν λιτές τις εξωτερικές όψεις τους, χωρίς προεξοχές και με μικρά ανοίγματα που χρησίμευαν πιθανώς και ως πολεμίστρες. Καλύπτονταν με επίπεδες στέγες για τη συλλογή του νερού της βροχής σε στέρνες, ενώ τα ισοϋψή δώματά τους εξασφάλιζαν τη μεταξύ τους επικοινωνία και σε περίπτωση ανάγκης εξυπηρετούσαν την άμυνα των κατοίκων. Μόνο οι δύο πύλες εισόδου του κάστρου διέκοπταν ουσιαστικά τη συνοχή του αρχιτεκτονικού συνόλου.
Στο ψηλότερο σημείο του κάστρου, κοντά στην ανατολική πύλη, βρίσκεται ο αρχικά βυζαντινός ναός του Ταξιάρχη Μιχαήλ. Γιορτάζει στις 8 Νοεμβρίου, με μεγάλο πανηγύρι όπου συμμετέχουν κάτοικοι από όλο το νησί. Ανήκει στον τύπο της μονόκλιτης βασιλικής, με στέγαση κτιστής καμάρας με εγκάρσιο ενισχυτικό σφενδόνιο εσωτερικά, φερόμενο επί παραστάδων. Το κτήριο έχει δεχτεί αρκετές επεμβάσεις στη διάρκεια της μακραίωνης ιστορίας του. Η πιο πρόσφατη ανακαίνιση πραγματοποιήθηκε το 1991, με αποτέλεσμα, ο ναός να μοιάζει εξωτερικά νεόκτιστος. Εσωτερικά όμως διατηρεί λείψανα του βυζαντινού τοιχογραφικού διακόσμου, σε μέτρια σήμερα κατάσταση διατήρησης. Πέραν της φθοράς, την εικαστική αξία του αλλοιώνουν οι νεότερες επιζωγραφίσεις και τα κακότεχνα επιχρίσματα ασβέστη.
Η δυσκολία στην αναγνώριση των διαφορετικών ζωγραφικών φάσεων του ναού, εξαιτίας των διαδοχικών επιζωγραφίσεων, έχει προβληματίσει τους μελετητές που χρονολογούν τις αγιογραφίες τουΤαξιάρχημε μεγάλες αποκλίσεις. Η αρχαιότερη φάση τους ανάγεται στον15ο αι., ενώ οι επιζωγραφίσεις έγιναν σταδιακά, στη συνέχεια
Το Υπουργείο Πολιτισμού, ήδη από το 1951, έχει κηρύξει το κάστρο του Εμπορειού ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο. Παράλληλα, ο οικισμός στο σύνολό του κατατάσσεται στους τόπους ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής αξίας και προστατεύεται από τα Υπουργεία Πολιτισμού και Περιβάλλοντος. Σήμερα, το μεγαλύτερο τμήμα του κάστρου είναι ερειπωμένο. Μέσα στην τειχισμένη περίμετρό του σώζονται αρκετά κτήρια, εκ των οποίων μικρός αριθμός οικιών έχει αναστηλωθεί και επανακατοικείται. Ο ναός του Ταξιάρχη Μιχαήλ είναι επισκέψιμος, κατόπιν συνεννόησης με τον εκάστοτε επίτροπο.

Τοποθεσία:
Εμπορειός, Νίσυρος, Τ.Κ. 85303

Μέσο Πρόσβασης:
Με αυτοκίνητο, κατόπιν πεζή

Πρόσβαση ΑμεΑ:
Όχι

Ώρες λειτουργίας:
Κάστρο: ανοιχτό επί μονίμου βάσεως, Ναός: κατόπιν συνεννόησης με τον επίτροπο

Κόστος εισόδου:
ΕΙΣΟΔΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΗ

icon_map@2x

Χάρτης Πρόσβασης

Εικονική Περιήγηση

Ηχητικό Περιεχόμενο

The Castle of the Knights in Emporio
Ιπποτικό Κάστρο Εμποριού

Φωτογραφικό Υλικό

Βιβλιογραφία

Κέντρης, Σ. 1982, «Εκκλησίες και ξωκλήσια της Νισύρου», Νισυριακά 8, 55-120. (συγκεκριμένα, σελ. 83-84, αρ. 2), Βολανάκης, Ι.Η. 1984, «Νίσυρος», ΑΔ 39 (1980), Χρονικά, Β΄, 342-348. (συγκεκριμένα, σελ. 342-344), Βολανάκης, Ι.Ε. 1990, «Βυζαντινές και Μεταβυζαντινές τοιχογραφίες της Νισύρου», Νισυριακά 11, 91-110. (συγκεκριμένα, σελ. 98-101), Φορόπουλος, Ν.Λ. 1990, «Η Νίσυρος στο στόχαστρο της πειρατείας», Νισυριακά 11, 129-141., Τσιρπανλής, Ζ.Ν., 1990. «Το κτητορικό δικαίωμα των κατοίκων του Άργους στην Ιπποτοκρατούμενη Νίσυρο (1454)», Νισυριακά 11, 19-35. , Τσιρπανλής, Ζ.Ν. 1991. Η Ρόδος και οι Νότιες Σποράδες στα χρόνια των Ιωαννιτών Ιπποτών (14ος-16ος αι.). Ρόδος. , Βολανάκης, Ι.Η. 1993, «Συμβολή στην έρευνα των Χριστιανικών μνημείων της Νισύρου», Νισυριακά 12, 305-330. (συγκεκριμένα, σελ. 314), Κουτελάκης, Χ.Μ. 1993, «Τα Νικιά της Νισύρου (μέσα από το αρχείο του Σταύρου Χαρτοφύλη, 1760-1948)», Νισυριακά 12, 147-192., Βολανάκης, Ι.Η. 2000, «Βυζαντινά και Μεταβυζαντινά Μνημεία της Νισύρου», Νισυριακά 14, 107-145. (συγκεκριμένα, σελ. 125-126, αρ. 12), Αντάπασης, Α.Ν. 2001, “Από την Ιταλοκρατία στην Ενσωμάτωση”, στο Νίσυρος. Το νησί του Πολυβώτη, Επτά ημέρες – ένθετο Καθημερινής (Αθήνα 22. 7. 2001), 10-12., Economakis, R. 2001. Nisyros. History and Architecture of an Aegean Island. Athens: Melissa. (συγκεκριμένα, σελ. 48), Κόλλιας, Η. 2001, “Ιπποτοκρατία – Τουρκοκρατία”, στο Νίσυρος. Το νησί του Πολυβώτη, Επτά ημέρες – ένθετο Καθημερινής (Αθήνα 22. 7. 2001), 7-9., Κατσιώτη, Α. 2011. «Νίσυρος. Από τα Παλαιοχριστιανικά έως τα νεότερα χρόνια», στο Ν.Χρ. Σταμπολίδης, Γ. Τασούλας, Μ. Φιλήμονος-Τσοποτού (επιμ.), Άγονη Γραμμή. Ένα αρχαιολογικό ταξίδι στο Καστελλόριζο, στη Σύμη, στη Χάλκη, στην Τήλο και τη Νίσυρο, 319-323. Αθήνα: Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης & Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού. , Ορσάρης, Σ. 2012. Οι τοιχογραφημένοι ναοί της Νισύρου (αδημοσίευτη διπλωματική εργασία), Θεσσαλονίκη. (συγκεκριμένα, σελ. 67-71), Κέντρης, Σ.Ι. 2013, «Οι Ενοριακοί ναοί της Νισύρου», Νισυριακά 20, 221-231. (συγκεκριμένα, σελ. 226-228)
Scroll to Top