Πάλοι-Παναγία Θερμιανή

Βαθμολογία Χρηστών:
Βαθμολογία Google:

Περιγραφή

Οι Πάλοι, παραθαλάσσιος οικισμός στη βορειοανατολική ακτή της Νισύρου, 4 χλμ. ανατολικά από το Μανδράκι, αποτελούν επίνειο του Εμπορειού και είναι γνωστοί για την ιαματική θερμοπηγή της Θερμιανής. Πιθανολογείται ότι λόγω των πειρατικών επιδρομών οι κάτοικοί του μετακινήθηκαν στο εσωτερικό του νησιού, όπου ίδρυσαν τον ορεινό Εμπορειό, έναν γραφικό αλλά ημιερειπωμένο σήμερα, μετά τον καταστροφικό σεισμό του 1933, οικισμό.
Την εποχή της ιστιοφόρου εμπορικής ναυτιλίας, οι Πάλοι αποτελούσαν θαλασσινή πύλη για τα ορεινά χωριά της Νισύρου και συνέβαλλαν σημαντικά στην εξαγωγή αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων. H σημασία της περιοχής ως ασφαλές αγκυροβόλιο αναφέρεται από τον λόγιο Ιάκωβο Ραγκαβή και τον Γερμανό αρχαιολόγου Ludwig Ross.Την στενή σχέση των Πάλων με τη θάλασσα φανερώνει η ονομασία τους, εξελληνισμένη μορφή της λατινικής λέξης palus, που σημαίνει παλούκι ή πάσσαλος, και αναφέρεται στις πολλές ξύλινες δέστρες για τα πλοία.Από τα μέσα του 19ου αι., ο οικισμός αναπτύχθηκε σταδιακά σε ένα μικρό παραδοσιακό ψαροχώρι, γύρω από την τρουλαία εκκλησία των Αγίων Αποστόλων (1953).Σήμερα έχει εξελιχθεί σε τουριστικό θέρετρο, με παραθαλάσσια καφέ, εστιατόρια, σύγχρονη μαρίνα και ελκυστικές παραλίες.
Γύρω στα 700 μ.νοτιοανατολικά του οικισμού διατηρούνται κατάλοιπα ρωμαϊκών θερμών. Το αρχαίο συγκρότημα των θερμών συνδέεται με την αναφορά του Στράβωνα (Χ,5. 16): ἔχει δὲ καὶ πόλιν ὁμώνυμον καὶ λιμένα καὶ θερμὰ καὶ Ποσειδῶνος ἱερόν. Aποκαλύφθηκαν εν μέρει το 1886 από τον φιλάρχαιο γιατρό Δρ. Παντολέοντα Παντελίδη, κατά τις εργασίες θεμελίωσης του υδροθεραπευτηρίου του. Το πρότυπο θεραπευτικό κέντρο κτίστηκε την περίοδο 1894-1898, με σχέδια του αρχιτέκτονα Αλέξανδρου Αντρέη, και λειτούργησε έως τις αρχές της δεκαετίας του 1930, με την επίσημη ονομασία «Θειούχοι, Αλκαλικαί και Σιδηρούχοι Θερμοπηγαί ο Ιπποκράτης». Με περισσότερα από 100 δωμάτια και πολυτελείς εγκαταστάσεις, αποτέλεσε μείζονα κοινωνικό και πολιτιστικό πόλο έλξης, μετατρέποντας τους Πάλους σε μια από τις γνωστότερες λουτροπόλεις της Μεσογείου. Κατά τη δεκαετία του 1980, ο εγγονός του Παντελίδη, Ανδρέας, αναστήλωσε το επιβλητικό συγκρότημα, χωρίς ωστόσο να κατορθώσει εν τέλει να το επαναλειτουργήσει.
Ακριβώς απέναντι, το συγκρότημα των αρχαίων Θερμών αποτελείται από μεγάλη ορθογώνια καμαροσκεπή αίθουσα, διαστάσεων 14,70 x 8,20μ., με προσανατολισμό Β-Ν, στην προέκταση σπηλαίου, από το οποίο αναβλύζουν ιαματικά νερά. Στη βόρεια στενή πλευρά σχηματίζεται ημικυκλική αψίδα με τεταρτοσφαίριο. Στις δύο μακρές πλευρές ανοίγονται ανά τρεις ορθογώνιες κόγχες με τοξωτή απόληξη και μια με ευθύγραμμη που ανήκε στην αρχική είσοδο της αίθουσας, στο βόρειο άκρο της δυτικής πλευράς. Η τοιχοποιία αποτελείται από αργολιθοδομή και ισχυρό ασβεστοκονίαμα, με οπτοπλίνθους στα τόξα και τις καμάρες. Στο εσωτερικό διατηρούνται ίχνη ορθομαρμάρωσης, με πλάκες φαιού μαρμάρου, στερεωμένες σε υδραυλικό κονίαμα. Αργότερα, το συγκρότημα εγκαταλείφθηκε, ενώ στους τοίχους διακρίνονται χριστογράμματα και σταυροί. Σήμερα το συγκρότημα είναι σε μεγάλο βαθμό επιχωσμένο και η είσοδος στον χώρο γίνεται από βόρεια, με σύγχρονη κλίμακα καθόδου.
Στη νοτιοδυτική γωνία της αίθουσας έχει διαμορφωθεί μικρό, ορθογώνιο, καμαροσκεπές ναΰδριο (4,20 x 2 μ.), αφιερωμένο στην Παναγία Θερμιανή, προσωνύμιο που οφείλεται στην αρχαία παρακείμενη θερμή πηγή. Η Αγία Τράπεζα βρίσκεται σε μικρή κόγχη, δίπλα στη βοηθητική της Πρόθεσης, στην ανατολική πλευρά του ναού. Η πρώτη μάλιστα στεγάζεται από δύο εσωρράχια, που τη διαφοροποιούν από τον υπόλοιπο εσωτερικό χώρο .Στη λαξευμένη στον βράχο νότια πλευρά του κτίσματος, διαμορφώνεται τυφλό αψίδωμα με τοιχογραφία της Παναγίας Βρεφοκρατούσας, έργολαϊκό, πιθανώς του 19ουαι., καλυμμένο σήμερα από νεότερες επιζωγραφίσεις. Η χρονολογία 1871 στο ανώφλι του ναϋδρίου συνδέεται μάλλον με νεώτερη φάση του κτίσματος.
Πίσω από τον ναΐσκο, σχεδόν στο μέσον της νότιας πλευράς της αίθουσας των Θερμών, υπάρχει άνοιγμα προς τον υπόγειο χώρο της ιαματικής πηγής, που χρησιμεύει ως αγίασμα. Ημικυλινδρική καμάρα στεγάζει το βόρειο μισό τμήμα της και ο φυσικός βράχος το νότιο. Χαμηλό τοιχίο με κεντρικό άνοιγμα εισόδου ορίζει φυσική δεξαμενή νερού, στο νότιο τμήμα του αγιάσματος, όπου αναβλύζει υφάλμυρο νερό, θερμοκρασίας 28-49οC. Η πηγή κατατάσσεται στις ιαματικές υδροθειούχες αλιπηγές, οι οποίες τροφοδοτούνται κυρίως από θαλασσινό νερό.

Τοποθεσία:
Πάλοι, Νίσυρος, Τ.Κ. 85303

Μέσο Πρόσβασης:
Με αυτοκίνητο

Πρόσβαση ΑμεΑ:
Όχι

Ώρες λειτουργίας:
Ανοιχτό επί μονίμου βάσεως

Κόστος εισόδου:
ΕΙΣΟΔΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΗ

icon_map@2x

Χάρτης Πρόσβασης

Εικονική Περιήγηση

Ηχητικό Περιεχόμενο

Φωτογραφικό Υλικό

Βιβλιογραφία

Παντελίδης, Π.Α. 1891, «Περί τῶν Ἀρχαίων Θειούχων Θερμῶν ἐν Νισύρῳ τοῦ Ἀρχιπελάγους», BCH 15, σ. 488-490., Κάρολος, Φ. 1899. Η νῆσος Νίσυρος καί αἱ θέρμαι αὔτης. Κωνσταντινούπολη., Παπαχριστοδούλου, Ι.Χ. 1969, «Τοπωνυμικό Νισύρου», Νισυριακά 3, σ. 12. , Κέντρης, Σ. 1982, «Εκκλησίες και ξωκλήσια της Νισύρου», Νισυριακά 8, σ. 82. , Βολανάκης, Ι.Η. 1984, «Νίσυρος», ΑΔ 39 (1980), Χρονικά Β΄, σ. 346-347., Βολανάκης, Ι.Η. 1990, «Βυζαντινές και Μεταβυζαντινές τοιχογραφίες της Νισύρου», Νισυριακά 11, σ. 107-108. , Βολανάκης, Ι.Η. 1993, «Συμβολή στην έρευνα των Χριστιανικών μνημείων της Νισύρου», Νισυριακά 12, σ. 315., Φιλήμονος-Τσοποτού, Μ. 1993. «Ανασκαφικές Έρευνες στη Νίσυρο», Νισυριακά 12, σ. 140-141. , Βολανάκης, Ι.Η. 2000, «Βυζαντινά και Μεταβυζαντινά μνημεία της Νισύρου», Νισυριακά 14, σ. 135-138., Κουμέντος, Ν.Ι. 1999. Τοπική Ιστορία της Νισύρου. Από την προϊστορική εποχή μέχρι και την ελληνιστική περίοδο. Βιβλίο Δεύτερο. Κως: Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Δωδεκανήσου – Επαρχείο Κω – Νισύρου, σ. 81-83., Κουμέντος, Ν.Ι. 2000. Τοπική Ιστορία της Νισύρου. Ρωμαϊκά – Βυζαντινά και Νεότερα Χρόνια. Βιβλίο Τρίτο. Κως: Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Δωδεκανήσου – Επαρχείο Κω – Νισύρου, σ. 91, 130., Οικονομάκης, Ρ. 2001, “Οδοιπορικό στη Νίσυρο”, στο Νίσυρος. Το νησί του Πολυβώτη, Επτά ημέρες – ένθετο Καθημερινής (Αθήνα 22. 7. 2001), σ. 25-26., Αντάπασης, Α. 2007. «Παντολέων Παντελίδης “ἀνήρ λόγου άξιος” (1860-1927)», Νισυριακά 17, σ. 35-61. , Σπυρόπουλος, Φ. 2007. «Η Νίσυρος ως προορισμός ιαματικού τουρισμού», Νισυριακά 17, σ. 290-292., Χαρτοφύλης, Α.Ν. 2007. «Ιαματικά λουτρά. Πορεία εξαγνισμού στη Νίσυρο», Νισυριακά 17, σ. 304-313. , Φιλήμονος-Τσοποτού, Μ. 2011. «Νίσυρος», στο Ν.Χρ. Σταμπολίδης, Γ. Τασούλας, Μ. Φιλήμονος-Τσοποτού (επιμ.), Άγονη Γραμμή. Ένα αρχαιολογικό ταξίδι στο Καστελλόριζο, στη Σύμη, στη Χάλκη, στην Τήλο και τη Νίσυρο, 308-319. Αθήνα: Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης & Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού, σ. 318-319., Ορσάρης, Σ. 2012. Οι τοιχογραφημένοι ναοί της Νισύρου (Αδημοσίευτη Διπλωματική Εργασία), Θεσσαλονίκη, σ. 73-75., Κέντρης, Σ.Ι. 2013, «Οι Ενοριακοί ναοί της Νισύρου», Νισυριακά 20, σ. 229-230., Βολανάκης, Ι.Η. 2014, «Τοιχογραφημένοι Ναοί της Δωδεκανήσου (Β’ Μέρος)», Δωδεκάνησος. Επίσημον Δελτίον των εν Δωδεκανήσω Επαρχιών του Οικουμενικού Θρόνου, Περίοδος Α’, Έτος ΣΤ’, Τεύχος ΙΒ’ (Ιούλιος-Δεκέμβριος 2014), σ. 80-81, αρ. 221., Νομικού, Π. – Αντωνίου, Β. – Ζαφειρακοπούλου, Ε. – Πανούσης, Δ. 2020, «Δίκτυο περιπατητικών μονοπατιών Νισύρου», Νισυριακά 21, σ. 382-384.
Scroll to Top